Απο το ημερολόγιό μου

Ο Άγιος Βασίλης και ο Άγιος Νικόλαος (Santa Claus)

Ο Άγιος Βασίλειος

Ο Άγιος Βασίλης είναι υπαρκτό πρόσωπο, από τα πλέον σημαντικά για την Ορθοδοξία. Επρόκειτο για τον επίσκοπο Καισαρείας της Καππαδοκίας, κορυφαίο θεολόγο του 4ου αιώνα και έναν από τους Τρεις Ιεράρχες, προστάτες των γραμμάτων και της παιδείας. Ο Μέγας Βασίλειος ήταν ένας βαθιά μορφωμένος και εξαιρετικά δραστήριος άνθρωπος. Γεννήθηκε το 330 στη Νεοκαισάρεια του Πόντου και από παιδί ακόμα έτυχε βαθιάς, χριστιανικής μόρφωσης. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Καισάρεια, στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα στην περίφημη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών, όπου γνωρίστηκε και συνδέθηκε με στενή και ειλικρινή φιλία με τον Γρηγόριο, που αργότερα έγινε επίσκοπος στη Ναζιανζό. Σπούδασε Ρητορική, Φιλοσοφία, Αστρονομία, Γεωμετρία, Ιατρική, Φιλολογία και Φυσική στην Αθήνα και περιόδευσε στην Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία, την Παλαιστίνη και την Κοίλη Συρία, για να γνωρίσει από κοντά τους ασκητές και να σπουδάσει τον μοναχισμό, που τον είλκυε πάντα.

Με συντροφιά τον φίλο του, Γρηγόριο Ναζιανζηνό, συνέταξαν ένα απάνθισμα από τα έργα του Ωριγένη, τη «Φιλοκαλία», και τους μοναχικούς κανόνες, που αποτελούν τη βάση του Ορθόδοξου μοναχισμού.

Οι ανάγκες της Εκκλησίας, που χειμαζόταν την εποχή εκείνη από την αίρεση του αρειανισμού, και η απαίτηση του λαού του τον έκαναν να διακόψει τον μοναχικό βίο και να χειροτονηθεί πρεσβύτερος στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Το 370 διαδέχθηκε στον επισκοπικό θρόνο τον Μητροπολίτη Καισαρείας Ευσέβιο. Χαρακτηριστικό ήταν το θάρρος και η τόλμη του απέναντι στον αρειανό αυτοκράτορα Ουάλη, που θέλησε να τον απειλήσει. Αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην αντιμετώπιση σοβαρών προβλημάτων της Εκκλησίας και στη φροντίδα του ποιμνίου του. Όμως, οι βαριές εκκλησιαστικές και κοινωνικές φροντίδες αποδείχθηκαν αβάστακτες για τον ασκητικό και ασθενικό ιεράρχη. Ο Μέγας Βασίλειος πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379, σε ηλικία μόλις 49 χρόνων, και πάμφτωχος. Άφησε όμως πίσω του ένα πλούσιο έργο. Εκτός από τα αμέτρητα συγγράμματά του και τη μάχη του εναντίον του αρειανισμού, έγινε γνωστός κυρίως για τη φιλανθρωπία του. Μερίμνησε να χτιστούν νοσοκομεία, φτωχοκομεία, ορφανοτροφεία και γηροκομεία και φρόντιζε πάντα όσους είχαν την ανάγκη του.

Ο Αϊ-Βασίλης των Ελλήνων απέχει πολύ από τον χοντρούλη και εύθυμο Santa Claus της Βόρειας Ευρώπης. Η παράδοση και οι γραπτές μαρτυρίες τον παρουσιάζουν αδύνατο, μελαχρινό, με μαύρα γένια και γελαστό πάντα. Σύμφωνα με την παράδοση, αμέσως μετά τα Χριστούγεννα ξεκινούσε πεζός με ένα ραβδί στο χέρι, από όπου με θαυμαστό τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευαν κλαδιά και πέρδικες (σύμβολα δώρων), και περνούσε από διάφορα μέρη. Δεν έφερνε δώρα στους ανθρώπους. Τα δώρα του ήταν περισσότερο συμβολικά: η ιερατική ευλογία του και η καλή τύχη.

 

Το έθιμο της Βασιλόπιτας

Από τον Μέγα Βασίλειο ξεκίνησε και το έθιμο της βασιλόπιτας την Πρωτοχρονιά. Όπως η παράδοση αναφέρει, την εποχή που ο Μέγας Βασίλειος ήταν επίσκοπος στην Καισάρεια, ο έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε στην πόλη για να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι, τρομαγμένοι, ζήτησαν τη βοήθεια του ποιμενάρχη τους. Αυτός τούς συμβούλεψε να φέρουν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν και, αφού μάζεψαν πολλά δώρα, κοσμήματα και χρυσά νομίσματα, βγήκαν μαζί με τον δεσπότη τους να προϋπαντήσουν τον έπαρχο. Η εμφάνιση και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου «καταπράυναν» τον έπαρχο, ο οποίος τελικά δεν θέλησε να πάρει τα δώρα. Όταν όμως προσπάθησαν να δώσουν πίσω και να μοιράσουν στους πιστούς τα δώρα που ο καθένας είχε φέρει, ο χωρισμός αποδείχτηκε ιδιαίτερα δύσκολος, καθώς πολλοί είχαν προσφέρει όμοια κοσμήματα και όμοια νομίσματα. Τότε ο Μέγας Βασίλειος διέταξε τους πιστούς να φτιάξουν το απόγευμα του Σαββάτου πίτες και να βάλουν μέσα σε καθεμία από ένα αντικείμενο. Την επομένη, τους τις μοίρασε και, σαν από θαύμα, καθένας βρήκε μέσα στην πίτα αυτό που είχε προσφέρει.

Η μετατροπή της μορφής του Αγίου Βασιλείου στον Βορειοευρωπαίο και Βορειοαμερικανό Santa Claus φαίνεται πως πέρασε στην ελληνική κοινωνία, στην αστική κυρίως τάξη, τη δεκαετία 1950-1960 από τους συγγενείς μετανάστες, που με τις ευχετήριες κάρτες τους εισήγαγαν και στην Ελλάδα τη νέα μορφή του Αϊ-Βασίλη.

 

Ο Άγιος Νικόλαος

Από τους δημοφιλέστερους αγίους του χριστιανικού κόσμου. Η μνήμη του εορτάζεται σε Ανατολή και Δύση στις 6 Δεκεμβρίου.

Ο Νικόλαος γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου του 270 στα Πάταρα της Λυκίας (σημερινό Γκελεμίς Τουρκίας) από γονείς ευσεβείς και πλούσιους και έτυχε επιμελημένης μόρφωσης. Αφού μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς, χειροτονήθηκε ιερέας και αγωνίστηκε για τη διάδοση της χριστιανικής πίστης, προστατεύοντας συγχρόνως κάθε αδύνατο, πάσχοντα ή αδικούμενο. Η άνοδός του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο των Μύρων της Λυκίας (σημερινό Ντεμρέ Τουρκίας), προκάλεσε την οργή των ειδωλολατρών, οι οποίοι των συνέλαβαν και τον υπέβαλαν σε βασανιστήρια.

Αποφυλακίστηκε μετά την επικράτηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου και αφοσιώθηκε στο ποιμαντικό του έργο. Έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325), όπου διαμορφώθηκε εν πολλοίς το χριστιανικό δόγμα, με την καταδίκη της αίρεσης του Αρείου. Εκοιμήθη εν ειρήνη στις 6 Δεκεμβρίου του 343. Μετά την κοίμησή του ονομάστηκε «μυροβλύτης», επειδή τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν άγιο μύρο. Στον Άγιο Νικόλαο αποδίδονται και πολλά θαύματα.

Το μεγαλύτερο μέρος των λειψάνων του βρίσκονται σήμερα στη Βασιλική του Αγίου Νικολάου στο Μπάρι της Ιταλίας κι ένα μέρος τους στον ναό του Αγίου Νικολάου στο νησάκι Λίντο της Βενετίας. Η μεταφορά τους στην Ιταλία έγινε επί βυζαντινού αυτοκράτορος Αλεξίου Β’ Κομνηνού (1180-1183), όταν τα Μύρα κατακτήθηκαν από τους Σελτζούκους Τούρκους και υπήρχε κίνδυνος να τα καταστρέψουν.

Στην ελληνική λαϊκή παράδοση η εορτή του Αγίου Νικολάου αποτελεί το τέλος του εορταστικού τριημέρου που ονομάζεται «Νικολοβάρβαρα» και είναι ταυτισμένα με το δυνατό κρύο και τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Σχετικές οι παροιμίες: «άε Βαρβάρα φύσα, άε Σάββα βρέξον, αε Νικόλα σόντσον (χιόνισε)» (ποντιακή), «Τα Αγιονικολοβάρβαρα ή βρέχει ή χιονίζει» και «Βαρβαρίτσες, Νικολίτσες, όπου να’σαι μέσα να’σαι».

Ο Άγιος Νικόλαος τιμάται ιδιαίτερα σε όλο τον ελληνικό χώρο από τους ανθρώπους της θάλασσας. Είναι προστάτης των ναυτικών, του Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Είναι ο πολιούχος Άγιος της Αλεξανδρούπολης, του Βόλου, του Γαλαξειδίου, της Κοζάνης, του Πολύγυρου, της Σητείας και της Σύρου.

Στον Ρωμαιοκαθολικό Κόσμο ο Άγιος Νικόλαος, εκτός από τους ναυτικούς, είναι προστάτης των παιδιών, των απασχολουμένων στα ηλεκτρονικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, των ενεχυροδανειστών, των φαρμακοποιών, των μεταμελημένων κλεπτών, των βαρελοποιών, των εμπόρων και των αδίκως κατηγορηθέντων. Στη δυτική παράδοση ο Άγιος Νικόλαος (Santa Claus) είθισται να φέρνει τα χριστουγεννιάτικα δώρα στα παιδιά, όπως, στη δική μας παράδοση, ο Άγιος Βασίλης.

Σχολιάστε